- εκτελεστήριο
- τοέγγραφο με το οποίο ένα κράτος αποδέχεται το διορισμό στην επικράτειά του προξένου άλλου κράτους.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
εκτελεστήριος — α, ο 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην εκτέλεση 2. το ουδ. ως ουσ. το εκτελεστήριο( ν) έγγραφο με το οποίο μια κυβέρνηση αποδέχεται τον διορισμό προξένου άλλης χώρας 3. (νομ.) «εκτελεστήριος τύπος» ορισμένος τύπος τον οποίο πρέπει να φέρουν… … Dictionary of Greek